Πέθανε η θρυλική Ιταλίδα ηθοποιός Κλαούντια Καρντινάλε,σε ηλικία 87 ετών

Κοινοποίηση:
Cardinale_8_es_fel.Still003_

Η σταρ του κινηματογράφου της δεκαετίας του ’60, Κλαούντια Καρντινάλε, πέθανε την Τρίτη σε ηλικία 87 ετών κοντά στο Παρίσι «παρουσία των παιδιών της», όπως δήλωσε ο ατζέντης της στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP).

Γεννημένη κοντά στην Τύνιδα στις 15 Απριλίου 1938 από γονείς Σικελούς, η Καρντιναλέ συνεργάστηκε με κορυφαίους σκηνοθέτες όπως ο Λουκίνο Βισκόντι, ο Φεντερίκο Φελίνι και ο Ρίτσαρντ Μπρουκς.

«Μας αφήνει την κληρονομιά μιας ελεύθερης και εμπνευσμένης γυναίκας, τόσο ως γυναίκα όσο και ως καλλιτέχνιδα», δήλωσε ο ατζέντης της Λωράν Σαβρί σε μήνυμα που έστειλε στο AFP.

Η Γαλλοϊταλίδα ηθοποιός Κλαούντια Καρντινάλε, έμεινε γνωστή για τους ρόλους της στις ταινίες «Ο Γατόπαρδος» και «Κάποτε στη Δύση» και στάθηκε δίπλα στους μεγαλύτερους ηθοποιούς του 20ού αιώνα.

Από τον Μπαρτ Λάνκαστερ και τον Αλέν Ντελόν μέχρι τον Χένρι Φόντα, τον Ζαν-Πολ Μπελμοντό και τον Μαρτσέλο Μαστρογιάννι.

Πράγματι, γράφει η γαλλική εφημερίδα Le Figaro, πώς να μην συμφωνήσει κανείς με τη φράση του Τζέισον Ρόμπαρντς, του θρυλικού Τσεγιέν στο «Κάποτε στη Δύση» του Σέρτζιο Λεόνε;

Απευθυνόμενος στην εκθαμβωτική Κλαούντια Καρντινάλε, λίγο πριν ξεψυχήσει από μια σφαίρα στην κοιλιά, ο συμπαθής ληστής της λέει:

«Δεν φαντάζεσαι πόση χαρά μπορεί να νιώσει ένας άντρας μόνο και μόνο κοιτάζοντας μια γυναίκα σαν εσένα. Μόνο να σε κοιτάζει… Κι αν κάποιος τολμήσει να σου τσιμπήσει τα οπίσθια, κάνε πως δεν τρέχει τίποτα -θα είναι ευτυχισμένος».

Κι ευτυχισμένοι ήταν όλοι όσοι χάθηκαν μέσα στο βαθύ μαύρο βλέμμα της, ίσως το πιο αισθησιακό στην ιστορία του σινεμά. Το 1968 η Καρντινάλε εμφανίζεται στο φιλμ ως σύμβολο του σεξ.

Με ένα μικρό καπέλο που συγκρατεί αδέξια τις μπούκλες από τον πλούσιο κότσο της και με ένα μακρύ δαντελένιο φόρεμα να ανεμίζει στον αέρα. Οι βιολοντσελίστες του Ένιο Μορικόνε απογειώνονται. Εκείνη φέρνει τον πολιτισμό. Εκείνη είναι η θεά του.

Στα 87 της χρόνια, η μελαχρινή καλλονή, που μόλις έφυγε από τη ζωή, κάθε άλλο παρά περνούσε απαρατήρητη.

Ακόμη και δίπλα στη θρυλική ξανθιά Μπριζίτ Μπαρντό, στη γουέστερν σάτιρα «Les Pétroleuses» (1971), στεκόταν ισάξια.

Η παραγωγή εκείνη ήταν κοινό δημιούργημα Γαλλίας και Ιταλίας, όπως και η ίδια. Μια τέλεια μεσογειακή γυναίκα, την οποία μικρή αποκαλούσαν «η Βερβέρα».

Πολύ γρήγορα έγινε «η αρραβωνιαστικιά της Ιταλίας». Με παππούδες και γιαγιάδες Σικελούς, η Κλοντ Ζοζεφίν Ροζ Καρντινάλε γεννήθηκε στις 15 Απριλίου 1938 στην Τύνιδα, τότε ακόμη υπό γαλλικό προτεκτοράτο. Ο πατέρας της εργαζόταν ως μηχανικός στους σιδηροδρόμους.

Ως πρωτότοκη από τέσσερα αδέλφια, έζησε αρχικά ανέμελα στον ήλιο, άγρια και ατίθαση σαν αγοροκόριτσο, έχοντας όλα όσα θα μπορούσαν να τη κάνουν ευτυχισμένη. Όμως η ζωή της ξεκίνησε με ένα τραύμα, για να καταλήξει σε θρίαμβο.

Το 1957, έπεσε θύμα βιασμού.

Από εκείνη τη βαθιά τραυματική εμπειρία γεννήθηκε ο γιος της, Πάτρικ, γεγονός που κράτησε κρυφό, ώστε να μη σταθεί εμπόδιο στη λαμπρή καριέρα που ξεκινούσε.

Από τη στιγμή που κέρδισε τον τίτλο της «Ομορφότερης Ιταλίδας της Τύνιδας» σε διαγωνισμό του ιταλικού κινηματογραφικού γραφείου και ταξίδεψε ως τουρίστρια στη Μόστρα της Βενετίας, όλα τα βλέμματα στράφηκαν πάνω της. «Κλαούντια! Κλαούντια!» φώναζαν οι φωτογράφοι βλέποντας το φρέσκο κορίτσι με το μπικίνι που είχε ράψει η μητέρα της.

Το όνομα έμεινε.

Η πρώτη της εμφάνιση στην κάμερα ήρθε σε ένα φιλμ του Μάριο Μονιτσέλι, σε μια μικρή συμμετοχή στο «Le Pigeon», την ιταλική κωμωδία με τους Βιτόριο Γκάσμαν, Μαρτσέλο Μαστρογιάνι και Τοτό.

Παρ’ όλα αυτά, επέστρεψε στα μαθήματά της, με προοπτική να γίνει δασκάλα σε κάποιο σχολείο στη νότια Τυνησία.

Από το 1961 και μετά, η παρουσία της σε ταινίες με τους Ζαν-Πολ Μπελμοντό, Ζακ Περρέν, Τζαν Μαρία Βολοντέ, την καθιέρωσε. Παρά τις δυσκολίες με τη γλώσσα, η λάμψη της ήταν αδιαμφισβήτητη.

Με τον παραγωγό και σύζυγό της (1966-1975) Φράνκο Κριστάλντι, που την κατεύθυνε και ήλεγχε τα πάντα, έπαιξε σε έργα όπως το «Austerlitz» του Αμπέλ Γκανς και το «Ο Ρόκο και τα αδέλφια του», του Λουκίνο Βισκόντι.

Ακολούθησαν θρίαμβοι όπως «Ο Γατόπαρδος» (1963), «8½» του Φελίνι και η «Ροζ Πάνθηρας» του Μπλέικ Έντουαρντς. Την ίδια χρονιά, ο Ντέιβιντ Νίβεν της είπε το αξέχαστο κομπλιμέντο:

«Κλαούντια, μαζί με τα μακαρόνια, είσαι η ωραιότερη εφεύρεση των Ιταλών».

Στα χρόνια που ακολούθησαν, έπαιξε σε δεκάδες διεθνείς παραγωγές δίπλα στους Τζον Γουέιν, Ρίτα Χέιγουορθ, Λι Μάρβιν, Ρόμπερτ Ράιαν. Το 1972 ξανασυναντήθηκε με τον Μπελμοντό στη «Scoumoune», με φλογερά κόκκινα μαλλιά.

Η προσωπική της ζωή σημαδεύτηκε από τον σκηνοθέτη Πασκουάλε Σκουιτιέρι, με τον οποίο έζησε από το 1974 έως το 2011 και απέκτησε την κόρη της, Κλαούντια.

Στη δεκαετία του ’80 έπαιξε με τον Κλάους Κίνσκι στο «Fitzcarraldo» του Χέρτσογκ. Η καριέρα της μετρούσε πάνω από 150 ταινίες, ενώ τιμήθηκε με βραβεία όπως ο Χρυσός Λέων στη Μόστρα της Βενετίας (1993) και η Χρυσή Άρκτος στο Βερολίνο (2002).

Δραστηριοποιήθηκε υπέρ της UNESCO, κατά της μυοπάθειας και του AIDS, στάθηκε δίπλα στον Ροκ Χάντσον λίγο πριν τον θάνατό του, και υποστήριξε την Amnesty International.

Αγωνίστηκε για τα δικαιώματα των γυναικών, την προστασία της φύσης και ενάντια στις υπερβολές της πλαστικής χειρουργικής.

Το 2023 δημιουργήθηκε το Ίδρυμα Claudia Cardinale για την ενίσχυση νέων καλλιτεχνών.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ:

Leave a Response