Πενήντα χρόνια μετά τον Χρυσό Δίσκο των Voyager, αυτό το κουτί της Πανδώρας γεμάτο από ηχοτοπία και πληροφορίες για τη Γη που συνυπάρχουν οι μουσικές των Τσακ Μπέρι και Μπαχ μέχρι ήχους φαλαινών που έφυγε για το διαστρικό του ταξίδι, η ανθρωπότητα αναρωτιέται: τι θα στέλναμε σήμερα ως μήνυμα σε εξωγήινες μορφές ζωής;
Μια νέα σειρά έργων, το Earth Rising: Messages from the Pale Blue Dot, επιχειρεί να απαντήσει, όχι τόσο για να έχει κάποια ανταπόκριση από εξωγήινους, όσο για να παρουσιάσει την ανθρωπότητα στον ίδιο της τον εαυτό, μέσα από τις ελπίδες, τους φόβους και τις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής γράφει ο The Guardian.
Το πρόγραμμα Voyager της NASA ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970 με την κατασκευή δύο πανομοιότυπων διαστημικών σκαφών, των Voyager 1 και Voyager 2, με στόχο την εξερεύνηση του εξώτερου ηλιακού συστήματος.
Τα δύο σκάφη εκτοξεύτηκαν με διαφορά δύο εβδομάδων στο τέλος του καλοκαιριού του 1977. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, επισκέφθηκαν τους τέσσερις αέριους γίγαντες πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος – τον Δία, τον Κρόνο, τον Ουρανό και τον Ποσειδώνα – προσφέροντας πολύτιμες πληροφορίες για τα φυσικά χαρακτηριστικά τους, τους δορυφόρους και τους δακτυλίους τους.
Πλέον τα σκάφη, κινούνται πέρα από τα όρια του ηλιακού μας συστήματος, ως τα μοναδικά λειτουργικά σκάφη στον μεσοαστρικό χώρο, συνεχίζοντας την απομάκρυνσή τους από εμάς με ταχύτητα που ξεπερνά τα 60.000 χιλιόμετρα την ώρα, χωρίς να έχουν ως προορισμό κάποιο συγκεκριμένο πλανητικό σύστημα.
Χρυσός Δίσκος, αυτή η διαστρική ωδή
Πλησιάζουν τα 50 χρόνια από τότε που εκτοξεύτηκε ένας από τους πιο παράξενους δίσκους που δημιουργήθηκαν ποτέ – όχι στα τσαρτ της ποπ μουσικής, αλλά στα απώτατα όρια του διαστήματος.
Γνωστός ως Χρυσός Δίσκος, αυτός ο χάλκινος επιχρυσωμένος δίσκος 12 ιντσών ήταν ένα άλμπουμ που επιμελήθηκε ο αστρονόμος Καρλ Σάγκαν του Πανεπιστημίου Κορνέλ, ως πρόεδρος της επιτροπής.
Ο Χρυσός Δίσκος δεν ήταν απλώς ένα τεχνολογικό επίτευγμα, αλλά μια ολοκληρωμένη προσπάθεια να συμπυκνωθεί η ουσία της Γης και της ανθρώπινης ύπαρξης. Συνολικά, 116 οπτικά στοιχεία – μια συλλογή από έγχρωμες και ασπρόμαυρες φωτογραφίες και διαγράμματα – επιλέχθηκαν για να σκιαγραφήσουν την εικόνα του πλανήτη μας, την ποικιλομορφία του ανθρώπινου είδους, το εύρος των επιστημονικών μας γνώσεων και πτυχές της καθημερινής μας ζωής.
Το οπτικό αυτό ταξίδι ξεκινούσε με θεμελιώδεις έννοιες, όπως οι βασικές μαθηματικές και φυσικές σταθερές, ακολουθούμενες από την αναπαράσταση των πλανητών του ηλιακού μας συστήματος, την περίπλοκη δομή του DNA και την λεπτομερή ανθρώπινη ανατομία. Στη συνέχεια, ο δίσκος ζωντάνευε τη βιοποικιλότητα της Γης, μέσα από φωτογραφίες που απεικόνιζαν ποικίλα τοπία, διαφορετικά είδη ζώων και φυτών. Το οπτικό υλικό ολοκληρωνόταν με ανθρώπινα πορτρέτα και σκηνές που αναδείκνυαν την πλούσια πολιτιστική πολυμορφία, στιγμιότυπα από την καθημερινότητα, τις διατροφικές συνήθειες και την αρχιτεκτονική από διάφορα σημεία του πλανήτη.
Το ηχητικό περιεχόμενο του δίσκου ήταν εξίσου πλούσιο και πολυδιάστατο. Περιλάμβανε χαιρετισμούς σε 55 αρχαίες και σύγχρονες γλώσσες, μια πανδαισία ήχων από το φυσικό περιβάλλον – όπως καταιγίδες, κελαηδίσματα πουλιών και τραγούδια φαλαινών – καθώς και μια εκλεκτή επιλογή μουσικών έργων. Αυτά τα έργα κάλυπταν ένα ευρύ φάσμα πολιτισμών και εποχών, από κλασικές συνθέσεις των Μπαχ και Μπετόβεν μέχρι παραδοσιακή μουσική από την Κίνα, την Ινδία, το Αζερμπαϊτζάν και τη Βουλγαρία. Φυσικά, δεν έλειπαν και σύγχρονα, για την εποχή τους, είδη όπως τα μπλουζ, η γκόσπελ και το ροκ εν ρολ, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το εμβληματικό Johnny B. Goode του Τσακ Μπέρι.
Ένα ιδιαίτερο και πρωτοποριακό στοιχείο του δίσκου ήταν η καταγραφή των εγκεφαλικών κυμάτων της Αν Ντρούγιαν, καλλιτεχνικής διευθύντριας του εγχειρήματος. Τα κύματα αυτά καταγράφηκαν ενώ η Ντρούγιαν προβληματιζόταν πάνω σε μια σειρά από θέματα, συμπεριλαμβανομένης της ιστορίας της Γης, των ανθρώπινων πολιτισμών, των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα και του ευρέος φάσματος των ανθρώπινων συναισθημάτων.
Σκοπός του Χρυσού Δίσκου είναι να «συστήσει» το ανθρώπινο είδος και τον πλανήτη Γη σε πιθανούς παραλήπτες και έτσι «ενσωματώθηκε» στα Voyager 1 και Voyager 2, τους δύο διαστημικούς ανιχνευτές που εκτοξεύτηκαν το 1977, με την ελπίδα ότι μια μέρα θα ανακαλυφθούν και θα ακουστούν από μια εξωγήινη μορφή ζωής.

Ο Χρυσός Δίσκος συνοδευόταν από διάφορες διαγραμματικές οδηγίες στο εξωτερικό του, χαραγμένες για τη σωστή αναπαραγωγή των εικόνων και των ήχων που περιέχει, ώστε οι παραλήπτες να μπορέσουν να αποκωδικοποιήσουν το περιεχόμενό του.
Ωστόσο, το τι μπορεί να καταλάβουν οι εξωγήινοι από ένα Κοντσέρτο του Μπαχ, τους ήχους φαλαινών και έναν χαιρετισμό στις κινεζικές διαλέκτους Γου, δεν θα το μάθουμε ποτέ. Και οι δύο ανιχνευτές Voyager είναι ακόμα ανέπαφοι, ταξιδεύοντας αυτή τη στιγμή μέσα στη ζώνη Kuiper στον διαστρικό χώρο, αλλά είναι πιθανό να χάσουμε την επαφή μαζί τους σε περίπου μία δεκαετία.

Αυτό σημαίνει ότι θα χάσουμε την πρώτη ρεαλιστική ευκαιρία του Χρυσού Δίσκου να ανακαλυφθεί – όταν υπολογίζεται ότι σε περίπου 40.000 χρόνια, το Voyager 1 θα περάσει κοντά από το αστέρι Gliese 445, ενώ το Voyager 2 από το αστέρι Ross 248.
Σύμφωνα με τον Καρλ Σάγκαν, «Το διαστημικό σκάφος θα βρει παραλήπτη και ο δίσκος θα ακουστεί μόνο εάν υπάρχουν προηγμένοι διαστημικοί πολιτισμοί στον μεσοαστρικό χώρο, αλλά η εκτόξευση αυτού του “μπουκαλιού” στον κοσμικό “ωκεανό” λέει κάτι πολύ ελπιδοφόρο για τη ζωή σε αυτόν τον πλανήτη».
Earth Rising, η συνέχεια
Ο Χρυσός Δίσκος συνεχίζει να εμπνέει καθώς είναι η βασική επιρροή πίσω από το Earth Rising: Messages from the Pale Blue Dot, το πρώτο μιας σειράς τριών ηχητικών έργων από τον καλλιτεχνικό οργανισμό Artangel, τα οποία κυκλοφορούν σε ψηφιακές πλατφόρμες ενόψει της 50ης επετείου του πρώτου εγχειρήματος.
«Επισκέπτομαι στούντιο καλλιτεχνών και ακούω με τι παλεύουν», λέει η διευθύντρια της Artangel, Μάριαμ Ζούλφικαρ. «Ανησυχούν για το τι έχει κάνει η ψηφιακή τεχνολογία στην ανθρώπινη σύνδεση, αυτόν τον επικείμενο φόβο για το κλίμα, την κατάσταση της γεωπολιτικής. Ωστόσο, μέσα σε αυτόν τον φόβο, υπάρχει επίσης μια τεράστια ελπίδα για το τι πιστεύουν ότι θα μπορούσε να είναι η ανθρωπότητα – και μια επιθυμία να συνεχίσουν να δημιουργούν νέα έργα που μας δείχνουν μια διαφορετική οπτική γωνία για τον εαυτό μας».
Η Ζούλφικαρ έχει γοητευτεί από τον Χρυσό Δίσκο από τότε που ήταν παιδί και μεγάλωνε στο Πακιστάν. «Το να το στείλεις κάτι εκεί έξω χωρίς να ξέρεις τι θα συμβεί είναι αρκετά ρομαντικό, ειδικά στον σημερινό κόσμο που είναι προσανατολισμένος στα αποτελέσματα», λέει.
Έτσι, της ήρθε μια ιδέα: τι θα γινόταν αν φτιάχναμε μια σύγχρονη εκδοχή του Χρυσού Δίσκου που θα αφορούσε λιγότερο την παρουσίαση του εαυτού μας σε εξωγήινους και περισσότερο την παρουσίαση της ανθρωπότητας στον ίδιο της τον εαυτό; Μετά την ιδέα, η Ζούλφικαρ άρχισε να καλεί καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο για να συνεισφέρουν στο ιδιότυπο λεύκωμα της. Η ανταπόκριση τους; Σπουδαία.
Σύγχρονη ηχώ
Το αποτέλεσμα είναι μια συλλογή ποιημάτων και πειραματικών συνθέσεων που παλεύουν με το τώρα, την πραγματικότητα του σήμερα.
Ο Σεμπαστιάν Ρίφο Βαλντεμπενίτο δημιουργεί ένα κομμάτι από τους ήχους της λιθοτεχνίας στον αρχαιολογικό χώρο πετρογλυφικών της Κοιλάδας του Ενκάντο στην Κοκίμπο της Χιλής, ενώ ο Μισέλ Νιέβα συνεισφέρει με το The Alien Mother, μια μικρή ιστορία που διαδραματίζεται σε ένα μέλλον όπου η ανθρωπότητα έχει αποικίσει τον Άρη.
Αλλού, υπάρχουν ποιήματα για την αναταραχή στις ΗΠΑ, αιθέρια τραγούδια που δημιουργούνται χρησιμοποιώντας μόνο την ανθρώπινη φωνή, και αυτό που περιγράφεται ως μια «ηχητική επίκληση» που τιμά τα κατασκευασμένα από φυτά μουσικά όργανα.
«Αυτό που με εξέπληξε είναι οι συνδέσεις», λέει η Ζούλφικαρ. «Υπάρχει ένας όμορφος στίχος στο κομμάτι Family Tree του Νιγηριανού ποιητή Όφεμ Ούμπι που λέει, ‘Στις προσπάθειές μου να δεθώ, έχω αγαπήσει πολλούς ανθρώπους, χώρες, φαντάσματα’. Αυτή η αίσθηση της χαμένης αγάπης αντικατοπτρίζεται σε κάποια από τα άλλα έργα. Ομοίως, η Εμίλια Άλβαρες και ο Μαξ Κούπερ έφτιαξαν μουσική χρησιμοποιώντας ήχους από το ανθρώπινο σώμα».
Το κομμάτι του Κούπερ, Rhythm of Harmony (A Representation of Music), είναι η συνεισφορά που θα είχε πιθανότατα δουλέψει στο πρωτότυπο LP. Εμπνευσμένος από κάποιες από τις πιο καυστικές απαντήσεις στον Χρυσό Δίσκο από φιλοσόφους της εποχής, οι οποίοι χλεύαζαν την ιδέα ότι άλλες μορφές ζωής θα είχαν ιδέα πώς να διαβάσουν τις οδηγίες, πόσο μάλλον να εκτιμήσουν, ας πούμε, το παραδοσιακό τραγούδι των Αβοριγίνων Devil Bird, ο Κούπερ επιχείρησε να φτιάξει ένα δίσκο που θα είχε τις καλύτερες πιθανότητες να γίνει κατανοητός σε έναν εξωγήινο.
Ο ρυθμός της αρμονίας
Το κομμάτι του βασίζεται σε μια σειρά από ρυθμικά κλικ που σταδιακά επιταχύνονται μέχρι να δημιουργήσουν τον ήχο ενός τόνου, τουλάχιστον για τα ανθρώπινα αυτιά.
«Υποθέτω ότι ο εξωγήινος που θα ανακαλύψει αυτό το κομμάτι είναι διαστημικός ταξιδιώτης, οπότε είναι πιθανότατα πιο προηγμένος από εμάς και η μετάβασή τους από μεμονωμένους ήχους σε τόνους ίσως συμβαίνει σε πολύ υψηλότερη συχνότητα από τη δική μας», λέει ο Κούπερ.
«Έτσι, δεν θα ακούσουν αυτούς τους ωραίους τόνους όπως εμείς – αυτό που θα ακούσουν είναι η σχέση όσον αφορά τους ρυθμούς των κλικ. Ήθελα να αναλύσω τη μουσική στην απλούστερη πηγή ήχου που ένας εξωγήινος θα μπορούσε να καταλάβει» προσθέτει.
Ο Κούπερ έχει επιστημονικό υπόβαθρο – κατέχει διδακτορικό στην υπολογιστική βιολογία και παλαιότερα εργαζόταν ως γενετιστής – το οποίο χρησιμοποιεί αποτελεσματικά όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με ερωτήσεις όπως τι θα γινόταν αν οι εξωγήινοι δεν έχουν αναπτύξει την ακοή με τον ίδιο τρόπο που έχουμε εμείς;
«Υπάρχει ένα φαινόμενο που λέγεται συγκλίνουσα εξέλιξη», λέει. «Στη Γη, το μάτι έχει εξελιχθεί πολλές φορές ανεξάρτητα. Το ίδιο συμβαίνει και με άλλες αισθήσεις όπως η ακοή. Αυτό μας δίνει λόγο να πιστεύουμε ότι οι εξωγήινοι θα έχουν παρόμοιες αισθήσεις. Δεν είναι αδιαμφισβήτητο, αλλά σίγουρα μπορείς να υποστηρίξεις αυτό το επιχείρημα» λέει.
Στο κομμάτι του Κούπερ συνυπάρχουν συγχορδίες συνθεσάιζερ από τη δεκαετία του 1980 που του δίνουν μια υπέροχα ρετρό αίσθηση επιστημονικής φαντασίας, μια παραχώρηση στο γεγονός ότι προς το παρόν θα ακουστεί μόνο από ανθρώπους. «Αρχικά, το σχέδιο ήταν να δημιουργηθεί μόνο με ήχους που παράγονται από το σώμα, αλλά οι συγχορδίες που προέκυπταν μόνο από το σώμα ήταν αρκετά άσχημες», λέει. «Λατρεύω την εννοιολογική μουσική, αλλά ήθελα να φτιάξω κάτι που να είναι και ωραίο να το ακούς».