Οι Βρυξέλλες, η πρωτεύουσα του Βελγίου και έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βιώνουν μια πρωτοφανή δημογραφική μεταβολή που συνιστά υπαρξιακή απειλή για την ταυτότητα της πόλης και αποκαλύπτει το ζοφερό μέλλον της Ευρώπης εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα για την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από τη Statistics Belgium, το 2023 το 37,5% των κατοίκων των Βρυξελλών είναι μη ευρωπαϊκής καταγωγής, με το ποσοστό αυτό να εκτοξεύεται στους νεότερους. Το 2020, το 83,9% των παιδιών κάτω των 18 ετών στην πόλη είχαν τουλάχιστον έναν γονέα μη βελγικής καταγωγής, ενώ το 60,1% αυτών ήταν μη ευρωπαϊκής προέλευσης, με το 37% να προέρχεται από την Αφρική.
Η μετανάστευση από χώρες όπως το Μαρόκο και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, πρώην αποικίες με γαλλόφωνο υπόβαθρο, έχει σχεδόν «αφανίσει» την ολλανδική γλώσσα, παρά την επίσημη δίγλωσση κατάσταση της πόλης.
Παράλληλα, η γλωσσική ποικιλομορφία εντείνεται: το 2013, περίπου το 17% των οικογενειών στις Βρυξέλλες δεν χρησιμοποιούσαν καμία από τις επίσημες γλώσσες (γαλλικά ή ολλανδικά) στο σπίτι, ενώ το 23% συνδύαζε μια ξένη γλώσσα με τα γαλλικά.
Σύμφωνα με την Έρευνα Language Barometer 5 του 2024, καταγράφηκαν 104 διαφορετικές γλώσσες μεταξύ των κατοίκων, αντικατοπτρίζοντας την αυξανόμενη πολιτισμική και πληθυσμιακή αλλοίωση. Η δημογραφική αλλαγή βέβαια για τις Βρυξέλλες, σε αντίθεση με την Ελλάδα, δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο.
Ξεκίνησε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι Βρυξέλλες προσέλκυσαν εργάτες από τη Νότια Ευρώπη, την Τουρκία και τις αφρικανικές χώρες. Το ποσοστό των μη Βέλγων κατοίκων εκτοξεύτηκε από 7% το 1961 σε 56% το 2006, ενώ σήμερα οι μη Βέλγοι υπήκοοι αποτελούν το 37,2% του πληθυσμού, με τις μεγαλύτερες κοινότητες να προέρχονται από τη Γαλλία (70.800), τη Ρουμανία (46.600), την Ιταλία (36.700) και το Μαρόκο (33.200), τη μεγαλύτερη μη ευρωπαϊκή ομάδα.
Επιπλέον, το 2018 οι υπήκοοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελούσαν το 23% του πληθυσμού των Βρυξελλών, με σημαντική αύξηση από τη Γαλλία και τις χώρες της Νότιας Ευρώπης μετά την οικονομική κρίση του 2008. Η Ευρώπη πλέον υφίσταται μια πραγματική «αντικατάσταση πληθυσμού», καθώς η μετανάστευση από το 2006 έως το 2018 έχει οδηγήσει σε αύξηση της πυκνότητας σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις, με τις Βρυξέλλες να αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα λόγω της διεθνούς της θέσης.
Παρά τη μείωση των γεννήσεων τα τελευταία χρόνια –το 2023 καταγράφηκαν 13.987 νεογνά, 25% λιγότερα από το 2014 ο πληθυσμός αυξάνεται ενώ η «εσωτερική μετανάστευση» παρουσιάζει αρνητικό ισοζύγιο, με 43.775 Βέλγους κατοίκους να εγκαταλείπουν τις Βρυξέλλες για άλλες περιοχές του Βελγίου, έναντι μόλις 25.023 που μετακόμισαν στην πρωτεύουσα!
Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο είναι η θρησκευτική σύνθεση. Το 2015, εκτιμήθηκε ότι το 25,5% του πληθυσμού των Βρυξελλών ήταν μουσουλμανικής καταγωγής, ποσοστό πολύ υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο του 6%, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη μεγάλη παρουσία μεταναστών από το Μαρόκο, την Τουρκία και άλλες μουσουλμανικές χώρες.
Την τελευταία δεκαετία μάλιστα ακόμα δεν έχει γίνει καμιά αντίστοιχη μέτρηση, καθώς θα έδειχνε ότι το ποσοστό αυτό είναι πλέον ακόμα μεγαλύτερο… Η δημογραφική αυτή μεταβολή έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και συζητήσεις.
Οι Βρυξέλλες, ως συμβολικό κέντρο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, έχουν μετατραπεί σε πεδίο αντιπαράθεσης για τις πολιτικές μετανάστευσης και την ταυτότητα της Ευρώπης, με πολλούς να μιλούν για «αντικατάσταση πληθυσμού» και άλλους, ακόμα και θιασώτες προοδευτικών ιδεολογιών, να καταλογίζουν ευθύνες στις Ευρωπαϊκές οικονομικές ελίτ, που προσπαθούν τεχνηέντως να υποβαθμίζουν την ποιότητα ζωής των ευρωπαίων, προκειμένου να εξασφαλίζουν άνετα φτηνή εργασία και να πολλαπλασιάσουν τα κέρδη τους εις βάρος της κοινωνίας.
Η κατάσταση στις Βρυξέλλες αποτελεί ένα μικρόκοσμο των ευρύτερων κινδύνων που αντιμετωπίζει η Ευρώπη. Η αύξηση της μετανάστευσης, η γλωσσική και πολιτισμική εισβολή, αλλά και οι κοινωνικές εντάσεις που προκύπτουν, θέτουν κρίσιμα ερωτήματα για το μέλλον της πόλης και ολόκληρης της Ευρωπαϊκής ηπείρου. Μην τρέφουμε όμως αυταπάτες: Το 88% του πληθυσμού των Βρυξελλών κάτω των 20 ετών είναι ήδη αλλοδαπής καταγωγής.
Γεγονός που καθιστά την κατάσταση μη αναστρέψιμη, κρούει όμως τον κώδωνα του κινδύνου για την Ελλάδα, η οποία ουδέποτε κουβάλησε δούλους στο έδαφος της, δεν διατήρησε ποτέ αποικίες στις οποίες να εκμεταλλεύεται και να εξαθλιώνει, ενώ επιπλέον είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα μαζί με την Κύπρο, που αντιμετωπίζει εθνικό κίνδυνο λόγω της γειτνίασης με την Τουρκία, την Αλβανία, τα Σκόπια, νότιος με την Λιβύη, ανατολικά με τη Συρία. Η αλλοίωση πληθυσμού λοιπόν στην Ελλάδα και την Κύπρο, δεν είναι μόνο κοινωνική αλλά ύψιστη εθνική απειλή.