Η αμυντική βιομηχανία της Κίνας πέρασε μια από τις πιο ταραγμένες χρονιές της, καθώς το εκτεταμένο κύμα ερευνών για διαφθορά στους κόλπους του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού προκάλεσε σοβαρές καθυστερήσεις σε συμβόλαια και προμήθειες. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Stockholm International Peace Research Institute (SIPRI), τα έσοδα των μεγαλύτερων κινεζικών εταιρειών όπλων υποχώρησαν κατά 10% το 2024, τη στιγμή που οι αντίστοιχοι κολοσσοί της διεθνούς αγοράς κατέγραφαν άνοδο.
Την ώρα που οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Γάζα, αλλά και οι γεωπολιτικές εντάσεις σε Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Ειρηνικό τροφοδοτούν ρεκόρ κερδοφορίας για την παγκόσμια αμυντική βιομηχανία, η Κίνα βρίσκεται αντιμέτωπη με τις επιπτώσεις μιας εσωτερικής εκκαθάρισης που έχει φτάσει στα ανώτερα κλιμάκια του στρατεύματος. Η αποπομπή οκτώ κορυφαίων στρατηγών, ανάμεσά τους και του πρώην υπ’ αριθμόν δύο της στρατιωτικής ιεραρχίας Χε Ουεϊντόνγκ, άνοιξε τον δρόμο για βαθιές αναθεωρήσεις, καθυστερήσεις σε προγράμματα και επανελέγχους δαπανών.
Οι εταιρείες AVIC, Norinco και CASC, οι τρεις ισχυρότεροι κρατικοί πυλώνες της κινεζικής αμυντικής παραγωγής, κατέγραψαν σημαντικές απώλειες. Η Norinco μάλιστα είδε τα έσοδά της να βυθίζονται κατά 31%, καθώς οι αλλαγές προσώπων στην ηγεσία της πυροδότησαν ελέγχους και αναστολές έργων. Παρά τις διαδοχικές αυξήσεις του κινεζικού αμυντικού προϋπολογισμού τα τελευταία τριάντα χρόνια, η αστάθεια στους κόλπους του συστήματος προμηθειών άφησε έντονο αποτύπωμα.
Η κατάσταση δημιουργεί νέα ερωτήματα για τον ρυθμό με τον οποίο θα υλοποιηθούν κρίσιμα εξοπλιστικά προγράμματα, ιδίως στον Πυραυλικό Στρατό που διαχειρίζεται τις πιο προηγμένες δυνατότητες κρούσης της Κίνας, από βαλλιστικούς και υπερηχητικούς πυραύλους έως στρατηγικά συστήματα για τον κυβερνοχώρο. Αναλυτές του SIPRI επισημαίνουν ότι ο χρονικός ορίζοντας για την επίτευξη «πλήρους ετοιμότητας» πριν από την εκατονταετηρίδα του PLA ενδέχεται πλέον να είναι πιο αβέβαιος.





