Συνήθως συμβαίνει επειδή η καρδιά έχει γίνει πολύ αδύναμη ή δύσκαμπτη. Η καρδιακή ανεπάρκεια δεν σημαίνει ότι η καρδιά έχει σταματήσει να λειτουργεί αλλά ότι χρειάζεται κάποια υποστήριξη για να λειτουργήσει καλύτερα. Μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά είναι πιο συχνή στους ηλικιωμένους. Η καρδιακή ανεπάρκεια τείνει να επιδεινώνεται σταδιακά με την πάροδο του χρόνου.
Σύμφωνα με τα ευρήματα νέας μελέτης του University at Buffalo σε 6.000 γυναίκες ηλικίας 63-99 ετών, ένας μέσος αριθμός 3.600 βημάτων την ημέρα, συνδέεται με 26% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας.
Οι γυναίκες φορούσαν επιταχυνσιόμετρο και οι ερευνητές υπολόγισαν τον χρόνο καθιστικής ζωής και τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας. Στη διάρκεια μιας μέσης περιόδου 7,5 ετών, καταγράφηκαν 407 περιστατικά καρδιακής ανεπάρκειας.
Ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας ήταν 12% χαμηλότερος για τις ηλικιωμένες που έκαναν ήπιες δραστηριότητες επί για 70 λεπτά καθημερινά και 16% για όσες αφιέρωναν 30 λεπτά καθημερινά σε μέτρια και έντονη άσκηση.
Κάθε 1,5 ώρα καθιστικής ζωής συνδεόταν κατά μέσον όρο με 17% υψηλότερο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας.
Ο Michael J. LaMonte, δήλωσε ότι σε περιπατητικές ηλικιωμένες, υψηλότερες ποσότητες καθημερινών ελαφράς και μέτριας έντασης δραστηριοτήτων συνδέονταν με χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας με διατηρούμενο κλάσμα εξώθησης ανεξάρτητα από δημογραφικούς και κλινικούς παράγοντες που συνδέονται με τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας.
Οι γυναίκες φορούσαν επιταχυνσιόμετρο για έως 7 συνεχόμενες ημέρες εκτός από το διάστημα παραμονής τους στο νερό.
Στην ελαφρά σωματική δραστηριότητα περιλαμβάνονταν καθημερινές δραστηριότητες όπως οικιακές εργασίες και φροντίδα άλλων ατόμων, ενώ μέτρια έως έντονη δραστηριότητα θεωρούνταν το περπάτημα και το ανέβασμα σκάλας.
Η ένταση του βηματισμού δεν επηρέαζε τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας.