Η μικρή κοινωνία των Βοριζίων παραμένει σε κατάσταση αναβρασμού, καθώς οι αστυνομικές έρευνες για τη φονική συμπλοκή του περασμένου Σαββάτου συνεχίζονται αδιάκοπα. Το μακελειό που άφησε πίσω του δύο νεκρούς και πολλούς τραυματίες έχει παγώσει το χωριό, που ζει υπό τον φόβο ότι ένας νέος κύκλος αίματος ανάμεσα στις δύο οικογένειες έχει ήδη ανοίξει.
Χθες, έπειτα από ημέρες αναζητήσεων, παραδόθηκαν στις αρχές τα τρία αδέλφια που φέρονται να είχαν εμπλακεί στη συμπλοκή. Πρόκειται για τον 27χρονο ιδιοκτήτη του σπιτιού όπου εξερράγη ο εκρηκτικός μηχανισμός – το γεγονός που αποτέλεσε τη σπίθα για την τραγωδία – καθώς και για τους δύο αδελφούς του, ηλικίας 29 και 19 ετών. Ο νεότερος, που υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία, εντοπίστηκε ύστερα από συστηματική παρακολούθηση του κινητού του τηλεφώνου, ενώ μέχρι το βράδυ της Δευτέρας φέρεται να κρυβόταν σε ξενοδοχείο της περιοχής.
Τα τρία αδέλφια κρατούνται στο Αστυνομικό Μέγαρο Ηρακλείου και αναμένεται να οδηγηθούν ενώπιον εισαγγελέα και ανακριτή. Το επικρατέστερο σενάριο, για λόγους ασφαλείας, είναι οι διαδικασίες να πραγματοποιηθούν εντός του Μεγάρου, υπό αυστηρή επιτήρηση.
Το μυστήριο των όπλων και η σκιά της εκδίκησης
Παρά την παράδοση των τριών, οι αρχές παραμένουν αντιμέτωπες με ένα βασανιστικό ερώτημα: πού βρίσκονται τα όπλα της συμπλοκής;
Η ΕΛ.ΑΣ. δεν έχει κατασχέσει κανένα από τα πυροβόλα που χρησιμοποιήθηκαν, ενώ δεν έχει εντοπιστεί ούτε το όπλο του 39χρονου θύματος. Οι έρευνες επικεντρώνονται σε ένα κυνηγετικό όπλο που βρέθηκε σε σπίτι συγγενών, χωρίς ωστόσο να έχει επιβεβαιωθεί η συμμετοχή του στο αιματοκύλισμα.
Η βαλλιστική εξέταση αναμένεται να ρίξει φως στον αριθμό και τον τύπο των όπλων που χρησιμοποιήθηκαν, ενώ τα πρώτα στοιχεία από την ιατροδικαστική έκθεση δείχνουν ότι τα θύματα χτυπήθηκαν από διαφορετικά πυρά.
Εξίσου θολό παραμένει το πώς έχασε τη ζωή της η 59χρονη γυναίκα – εάν δηλαδή έπεσε νεκρή από σφαίρα του 39χρονου ή αν δέχθηκε πυρά από τρίτο πρόσωπο, πιθανόν από ύψωμα απέναντι από το σημείο της σύγκρουσης. Το μυστήριο πυκνώνει και οι φόβοι για νέα επεισόδια δεν υποχωρούν.
«Σασμός» ή εκδίκηση;
Το χωριό παραμένει παγωμένο. Οι δρόμοι άδειοι, τα σπίτια κλειστά, η παρουσία της αστυνομίας έντονη σε κάθε στενό. Οι κάτοικοι ζουν μέσα στην αγωνία, φοβούμενοι ότι το αίμα μπορεί να ξαναχυθεί.
Οι ενισχυτικές αστυνομικές δυνάμεις έχουν λάβει εντολή να παραμείνουν επ’ αόριστον, ώστε να αποτραπεί οποιαδήποτε νέα έκρηξη βίας.
«Θα μείνουμε όσο χρειαστεί, μέχρι να είμαστε βέβαιοι ότι δεν θα υπάρξει συνέχεια», διαβεβαίωσε η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντία Δημογλίδου.
Όμως οι πληγές είναι βαθιές. Οι συγγενείς των θυμάτων ξεσπούν, ρίχνοντας ευθύνες ο ένας στον άλλον.
Η σύζυγος του 29χρονου που παραδόθηκε έκανε λόγο για «παραβίαση του σασμού», κατηγορώντας την άλλη οικογένεια ότι προκάλεσε την αναζωπύρωση της βεντέτας. Η ίδια κατηγόρησε την άλλη οικογένεια ότι χάλασε τον σασμό. «Αυτοί χαλάσανε τον σασμό. Κάνανε το ξερό εβίβα και ούτε ξαναχαιρετήξανε», όπως είπε χαρακτηριστικά. Από την άλλη, η μητέρα του 39χρονου μιλά για «εν ψυχρώ εκτέλεση» του γιου της και δηλώνει πως δεν θέλει να ξαναδεί τα μέλη της άλλης οικογένειας στο χωριό.
Ο «σασμός» – αυτή η λεπτή ισορροπία ειρήνης – φαίνεται να έχει χαθεί οριστικά.
Νέα ερωτήματα, ανοιχτές πληγές
Οι αστυνομικές αρχές συνεχίζουν τις έρευνες, όχι μόνο στα Βορίζια αλλά και στις φυλακές Αλικαρνασσού, όπου κρατούνται συγγενείς ενός εκ των θυμάτων. Αν και, σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., δεν φαίνεται να υπάρχει οργανωμένη συμμετοχή από κρατούμενους, οι έρευνες κρίθηκαν απαραίτητες, καθώς τίποτα δεν αποκλείεται πια.
Το ερώτημα παραμένει αναπάντητο: ποιος τοποθέτησε τον εκρηκτικό μηχανισμό στο σπίτι που έγινε στάχτη, και ποιος πυροβόλησε πρώτος;
Ένα χωριό σε φόβο
Στα Βορίζια, η ζωή έχει παγώσει. Οι άνθρωποι ψιθυρίζουν, αποφεύγουν να μιλήσουν, κοιτούν με καχυποψία κάθε αυτοκίνητο που περνά.
Η αίσθηση ότι η βεντέτα μπορεί να ξαναφουντώσει ανά πάσα στιγμή είναι διάχυτη.
Η μητέρα της 59χρονης γυναίκας που σκοτώθηκε αναμένεται να επιστρέψει σήμερα στο χωριό, με τις αρχές να φοβούνται νέα ένταση.
Η Κρήτη έχει γνωρίσει πολλά ξεσπάσματα βίας στο παρελθόν. Όμως αυτό που συμβαίνει στα Βορίζια δείχνει να υπερβαίνει τις παλιές βεντέτες. Είναι η οργή, ο φόβος και η αίσθηση ότι η δικαιοσύνη ίσως δεν προλάβει την εκδίκηση.
Και κάπου ανάμεσα στα ερείπια του σπιτιού που έγινε στάχτη, οι κάτοικοι αναρωτιούνται:
Θα μπορέσει ποτέ αυτό το χωριό να ξαναγυρίσει στην ηρεμία; Ή η φωτιά της βεντέτας έχει ήδη ανάψει για τα καλά;






