Μία ακόμα σωτηρία σαν ταινία. Ήταν 10 Μαρτίου 2021, δέκα λεπτά πριν τις 7 το απόγευμα.
Λαμβάνω αυτό το μήνυμα, καλώ, αλλά το τηλέφωνο ήταν κλειστό.
Δεν τον άφηναν, λέει, να φύγει, γιατί είχε …96 οξυγόνο. Του …θανατά, δηλαδή.
Κατάλαβα βεβαίως τι συνέβαινε με τον άνθρωπο αυτό. Όμως, το κινητό κλειστό.
Όσοι με παρακολουθούσαν από τότε θα θυμούνται τις αγωνιώδεις δημόσιες εκκλήσεις μου προς τους κατοίκους του Αιγίου. Ζητούσα να επικοινωνήσουν μαζί μου όσοι γνωρίζουν έναν Χρήστο Διαμαντόπουλο που νοσηλευόταν στο νοσοκομείο του Αιγίου.
Οι ώρες περνούσαν. Η αγωνία στο κατακόρυφο. Η μία έκκληση μετά την άλλη.
Και εκεί που είχα αρχίσω να χάνω τις ελπίδες μου ότι θα τον εντοπίσω για να τον βοηθήσω, χτυπάει το τηλέφωνο:
«Νίκο, είμαι ο Χρήστος Διαμαντόπουλος. Με έσωσες!».
Δεν μπορεί κανείς να καταλάβει πώς αισθάνθηκα.
Άρχισα να φωνάζω, «Χρήστο, Χρήστο!», σαν να τον γνώριζα χρόνια.
Και μετά μου είπε όλα τα απίστευτα που είχαν συμβεί.
Ήταν στην κλινική Covid-19 του νοσοκομείου του Αιγίου. Είχε ξεπεράσει την όποια αδιαθεσία τον οδήγησε στο νοσοκομείο, και ζητούσε να φύγει.
Tότε μπήκε ένας τύπος στον θάλαμο που ήταν και άλλοι δυστυχείς ασθενείς, και τους είπε:
«Φεύγετε όλοι για Ρίο».
Ο Χρήστος κατάλαβε ότι δεν είχαν καλούς σκοπούς.
Βρισκόμασταν στην καρδιά του πρωτοκόλλου του Θανάτου.
Μάρτιος του 2021.
Διαμαρτυρήθηκε.
«Θέλω να πάω σπίτι μου, τι δουλειά έχω στο νοσοκομείο του Ρίου;».
«Δεν πας πουθενά», του απαντάνε, «έχεις 96 οξυγόνο, φεύγεις για Ρίο».
Κοιτάζει το κινητό του, είχε 1% μπαταρία.
Χωρίς δεύτερη σκέψη, αντί να πάρει την οικογένειά του στέλνει μήνυμα σε εμένα. Να προλάβει πριν πέσει η μπαταρία και κλείσει το κινητό.
Αυτό θα ήταν το τέλος του.
Το ήξερε.
Και μου στέλνει το μήνυμα που βλέπετε.
Με το που πατάει αποστολή, το κινητό κλείνει.
Τρελάθηκε.
Δεν ήξερε αν το μήνυμα έφτασε σε εμένα. Και ακόμα και να είχε φτάσει, τι θα μπορούσα πια να κάνω χωρίς να μπορώ να επικοινωνήσω μαζί του.
Εγώ όμως το πήρα το μήνυμα και έκανα αυτά που έπρεπε.
Εκείνος δεν το ήξερε.
Ώστε προσπάθησε να φύγει.
Στην πόρτα του θαλάμου ο σεκιουριτάς. Σαν μπράβος της νύχτας, του φράζει την έξοδο:
«Δεν πας πουθενά ρε».
Επιστρέφει στο κρεβάτι του.
Φεύγει ο σεκιουριτάς/μπράβος, κάνει να κατέβει από το κρεβάτι.
Τον βλέπουν.
Έρχεται ένας τύπος, τον βάζει πίσω στο κρεβάτι και ανεβάζει τα κάγκελα του κρεβατιού.
«Αυτό ήταν», σκέφτηκε ο Χρήστος, «τελείωσα».
Μετά από λίγη ώρα όμως καταλαβαίνει ότι έξω από τον θάλαμο υπάρχει αναστάτωση. Κάτι έχει γίνει.
Ακούγονται βήματα, έντονες φωνές.
Μετά από λίγα λεπτά μπαίνει ένας τύπος στον θάλαμο. Στρέφει το βλέμμα του στον Χρήστο, και του λέει:
«Εσύ, φεύγεις».
Είχαν ειδοποιηθεί για τις δημοσιεύσεις μου. Κατάλαβαν ότι ο Νίκος Αντωνιάδης έμαθε τι κάνουν και ότι «χτύπησε».
Ώστε ο Χρήστος έπρεπε να γλιτώσει.
Και γλίτωσε.
Δυστυχώς δεν ξέρω τι απέγιναν όλοι οι άλλοι στον θάλαμο.
Και πιστέψτε με.
Η άγνοια αυτή με βασανίζει ακόμα.
Μακάρι να είχε σώσει ο Χρήστος και έναν – δύο ακόμα, όπως έκανε ο Λάμπρος Γάκης στο νοσοκομείο της Πρέβεζας. Που αφού γλίτωσα εγώ τον Λάμπρο, γλίτωσε μετά ο Λάμπρος τον Αρμένη που πήγαν να «φάνε» αφού τους «ξέφυγε» ο Λάμπρος.
Αν δεν είχε κλείσει το κινητό του Χρήστου και η σωτηρία του γινόταν μετά από επικοινωνία μας, θα είχε πάρει μαζί του αν όχι όλο τον θάλαμο, έστω όμως σίγουρα θα είχε γλιτώσει κάποιες ψυχές.
Τουλάχιστον έσωσα τον Χρήστο.
Δεν θα σταματήσω μέχρι να τους στείλω όλους τους εγκληματίες στα Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια και από εκεί πίσω από τα κάγκελα μέχρι να σβήσει ο ήλιος…
***
Η δημοσίευση στον λογαριασμό μου στο facebook:
https://www.facebook.com/permalink.php?story_fbid=pfbid02vhq6gh81KuW7pDiVB2nfGhAPggX1jgQrNP3GzQUTPbL2iwPyJ3c5HiRPYf9zPNryl&id=100087457865931