Αυτός ήταν ο «παίδαρος» της Ρίτας Σακελλαρίου – Ο Παπανδρέου την καλούσε στο Καστρί γιατί…

Κοινοποίηση:
sakel

Καθισμένη σε μία χρυσοποίκιλτη πολυθρόνα με το χαρακτηριστικό αφανέ ξανθό μαλλί, πλαισιωμένη από μυώδεις άντρες να λικνίζονται, η Ρίτα Σακελλαρίου, λουσάτη, τίγκα στα στρας, μοιραία, σέξι, σωστή ντίβα τραγουδάει «Εγώ δεν πάω Μέγαρο θα μείνω με τον παίδαρο», το τραγούδι που έμελε να γίνει το απόλυτο σουξέ.

 

Ποιος ήταν ο «παίδαρος» της Ρίτας Σακελλαρίου, τι σχέση είχε η λαϊκή τραγουδίστρια με το Μέγαρο Μουσικής και ποιο ήταν το τραγούδι της που έκανε τον Ανδρέα Παπανδρέου να σηκώνεται και να χορεύει ζεϊμπέκικο;

Μία από τις γνήσιες λαϊκές φωνές, η Ρίτα Σακελλαρίου γεννήθηκε στη Σητεία της Κρήτης, στις 22 Νοεμβρίου του 1934. Η ζωή της τα έχει όλα: φτωχά παιδικά χρόνια σε λαϊκή συνοικία, γάμο με παλαιστή, εμφανίσεις στο πάλκο δίπλα στους μεγαλύτερους λαϊκούς συνθέτες, τραγούδια-σουξέ και μεγάλους θαυμαστές που έτρεχαν να την ακούσουν στα κέντρα όπου εμφανιζόταν.

Από τον Αριστοτέλη Ωνάση και τον Άντονι Κουίν μέχρι την Μελίνα Μερκούρη και τον Ανδρέα Παπανδρέου, η Ρίτα Σακελλαρίου με την χαρακτηριστική λαϊκή βραχνή φωνή, υπήρξε από τις αγαπημένες τραγουδίστριες, μία λαϊκή ντίβα με γκαρνταρόμπα βασίλισσας, κομμωτές, στιλίστες και παρατρεχάμενους…

Ο πρώτος που ανακαλύπτει το ταλέντο της είναι ο Στέλιος Χρυσίνης και το ίδιο διάστημα ανακαλύπτει και τον 20χρονο Στέλιο Καζαντζίδη. Τη βρίσκει να τραγουδάει στον παραλιακό Μύλο στο Πέραμα. Ο Χρυσίνης ξεχωρίζει το ταλέντο της και τη γυρνάει στις εταιρείες με σκοπό να της φτιάξει το δικό της ρεπερτόριο.

Τελικά τη στέλνει στο περίφημο «Φαληρικόν» στις Τζιτζιφιές για να συνεργαστεί με τον Βασίλη Τσιτσάνη και τον Γιάννη Παπαϊωάννου. Η Ρίτα Σακελλαρίου, αυτή η ευτραφής, όμορφη κοπέλα, με τα μαλλιά πιασμένα αλογοουρά συνήθως, θα μείνει επί σειρά ετών στο πλάι αυτών των δύο δημιουργών, αναλαμβάνοντας τις δεύτερες φωνές.

Την βλέπουμε να εμφανίζεται σε κινηματογραφικές μελό ταινίες της εποχής δίπλα στον Νίκο Ξανθόπουλο και τη Μάρθα Βούρτση. Το κομμάτι «Κάθε ηλιοβασίλεμα» που της έγραψε το δίδυμο Γιώργος Μανισαλής – Κώστας Ψυχογιός γίνεται μεγάλη επιτυχία της χρονιάς του 1970 και δίνει τον τίτλο στον πρώτο της προσωπικό δίσκο.

Η πρώτη τεράστια επιτυχία της γίνεται με το «Ιστορία μου, αμαρτία μου» του Γιώργο Μανισαλή και του Κώστα Ψυχογιού. Το τραγούδι άρεσε και στον Αντρέα Παπανδρέου που πήγαινε στο «Can Can» για να ακούσει αυτή τη μπάσα, λαϊκή, ντόμπρα φωνή. Άλλο ήταν βέβαια το τραγούδι το οποίο ήθελε πάνα να χορεύει ο Ανδρέας Παπανδρέου, το «Αυτός ο άνθρωπος, αυτός». Μάλιστα ο τελευταίος θα την καλούσε στο Καστρί για να του το τραγουδάει προσωπικά κάθε χρόνο στη γιορτή του, τη χρονική περίοδο της παντοδυναμίας του ΠΑΣΟΚ.

Ο τρίτος της προσωπικός δίσκος με τον τίτλο «Ιστορία μου…» κυκλοφόρησε τέλη του 1972 και σάρωσε κυριολεκτικά την Ελλάδα και όχι μόνο. Το τραγούδι αυτό συμπεριλήφθηκε στο σάουντρακ της θρυλικής ταινίας τρόμου «Ο Εξορκιστής» (1973) του Γουίλιαμ Φρίντκιν, μαζί με ακόμη ένα ελληνικό τραγούδι, το «Παραμυθάκι μου» των Μ. Λοΐζου – Λ. Παπαδόπουλου με τη φωνή του Γιάννη Καλατζή, σε εκείνη τη σκηνή μέσα στο διαμέρισμα του Έλληνα Father Karras (Τζέισον Μίλερ) και της ηλικιωμένης μάνας του (Βασιλική Μαλλιαρού).

Τα δε περιοδικά δεν χάνουν ευκαιρία να προβάλλουν ανά πάσα στιγμή την προσωπική φιλική σχέση της με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και με τον τέως υπουργό Ευάγγελο Γιαννόπουλο.

Στη Νεράιδα, η αδυνατισμένη Ρίτα Σακελλαρίου συναντά τον συνθέτη Νίκο Καρβέλα, σύντροφο της Άννας Βίσση στη ζωή και στη μουσική, ο οποίος της δηλώνει την εκτίμησή του και της ζητάει συνεργασία. Ένα πρώτο τραγούδι που της δίνει ο δαιμόνιος Καρβέλας ν’ ακούσει, γραμμένο για τη φωνή της, είναι το, ομολογουμένως αριστουργηματικό, «Σώσε με». Ο δίσκος «Αρέσω» εκτός από το «Σώσε με», περιείχε το ομότιτλο κομμάτι, που έγινε μεγάλο σουξέ, αλλά και το διαβόητο «Είναι γάτα ο κοντός με τη γραβάτα».

Ο Σάκης, το άγχος του νέου σουξέ και το «Εγώ δεν πάω Μέγαρο…»

Το 1993 δηλώνει το ανεπανάληπτο «Εγώ δεν πάω Μέγαρο, θα μείνω με τον παίδαρο» που της δίνουν ο συνθέτης Νίκος Τερζής και ο στιχουργός Γιώργος Παυριανός. Είναι Ιανουάριος του 1992, έχει βγει ο δίσκος του Σάκη Ρουβά με το «Πάρ’ τα!» και το «Χίλια εννιακόσια ενενήντα δύο…» και η Ρίτα, που έχει δει τις φωτογραφίες του Σάκη και έχει εντυπωσιαστεί.

Έχοντας ζηλέψει την επιτυχία του νεαρού Σάκη και ξέροντας ότι τους στίχους των τραγουδιών του είχε γράψει ο Γιώργος Παυριανός, κάλεσε ένα βράδυ σπίτι της τον στιχουργό και τον παραγωγό της, τον Νίκο Καραγιάννη, για να μιλήσουν επί του θέματος. Από τον Καραγιάννη έμαθε και για το αφιέρωμα στον Πολυκανδριώτη στο Μέγαρο Μουσικής, που έκανε τα πρώτα του ανοίγματα στη λαϊκή μουσική.

«Εμένα δεν μπορεί να με καλέσει το Μέγαρο για μια συναυλία;» λέει η Ρίτα με παράπονο, για να συμπληρώσει μετά: «Δεν έχω εγώ ανάγκη αγοράκι μου» (στον Παυριανό). «Γι’ αυτούς το λέω. Άμα έκανα εγώ συναυλία θα το γέμιζα. Θα τους έφερνα κόσμο. Αλλιώς χέστηκα εγώ για το Μέγαρο». Και η συζήτηση συνεχίστηκε περί ανέμων και υδάτων πριν έρθει και στο θέμα Ρουβά, που η ντίβα χαρακτήρισε «κούκλο», «παίδαρο» κλπ. Δεν άργησε να εκφράσει ανοιχτά και την επιθυμία της. «Ωραία τραγούδια του έγραψες» είπε στον Παυριανό. «Να μου γράψεις ένα να το πούμε μαζί. Εγώ κι αυτός ο παίδαρος θα κάνουμε μεγάλο σουξέ».

Τον Φεβρουάριο του ’93 ο Γιώργος Παυριανός μετακομίζει κοντά στο Χίλτον και τη Μεγάλη Παρασκευή, πηγαίνοντας στον Επιτάφιο, περνάει μπροστά από το Μέγαρο Μουσικής.

«Κόσμος πολύς, άντρες με μαύρα κοστούμια και γυναίκες με γκρι ταγέρ μπαίνουν μέσα για να παρακολουθήσουν τα «Κατά Ματθαίον Πάθη» του Μπαχ. Το Μέγαρο μου φάνηκε ξαφνικά σαν μεγάλο κενοτάφιο. Γυρίζοντας το βράδυ, έκατσα κι έγραψα ένα «δύστυχο- δίστιχο»- στίχους που τις περισσότερες φορές μένουν στο συρτάρι για πάντα: «Δεν πάω κενοτάφιο, θα πάω στον Επιτάφιο». Το καλοκαίρι του ’93 στο φιλόξενο σπίτι του Σωκράτη Καλκάνη στη Βουλιαγμένη, ψάχνοντας μια μέρα για ιδέες να γράψω κάτι για τη Ρίτα πέφτω πάνω στο «δύστυχο-δίστιχο» και με μια νευρο-χημικό-ψυχολογικό-στιχουργική διαδικασία, γράφω το «Εγώ δεν πάω Μέγαρο, θα μείνω με τον παίδαρο» θυμάται ο Γιώργος Παυριανός. Ένα χρόνο μετά γίνεται το απόλυτο σουξέ και το σλόγκαν που ξέρουν όλοι.

Η Ρίτα λάμπει μέσα στα λαμέ μοντελάκια της, η Δήμητρα Λιάνη γίνεται Δήμητρα Λιάνη – Παπανδρέου και το ρεπερτόριο των προεδρικών σουαρέ έχει αποκτήσει ένα ακόμη τραγούδι που αρέσει ιδιαίτερα στην οικοδέσποινα του Καστριού.

Άλλοι πάλι λένε πως ο «παίδαρος» του συγκεκριμένου τραγουδιού δεν ήταν ο Ρουβάς αλλά ο ηθοποιός Κώστας Ευριπιώτης, ένας ακόμη έρωτας της Ρίτας Σακελαρίου. Ή μπορεί να έγινε εκ των υστέρων, αφού, όταν ο ίδιος δούλεψε δίπλα της ως τραγουδιστής στη Θεσσαλονίκη, εκείνη δεν παρέλειπε κάθε βράδυ να του αφιερώνει το τελευταίο σουξέ της μπροστά σε 1.500 άτομα!

Όσο για το πώς αισθανόταν όταν η Ρίτα του αφιέρωνε το σουξέ, ο ηθοποιός έχει πει:

«Ξεχωριστή χαρά. Και η πιο ξεχωριστή ήταν η δήλωση της «μεγάλης κυρίας» του λαϊκού τραγουδιού όταν τη ρώτησαν σε μια συνέντευξη: «Μα είναι δυνατόν ο Ευριπιώτης να είναι παίδαρος; Γιατί γι’ αυτόν δεν μιλάμε; Γιατί παίδαροι είναι οι «τετράγωνοι έτσι δεν είναι;». Και τους απάντησε: «Ο Ευριπιώτης είναι παίδαρος στην ψυχή!». Έτσι αισθάνομαι, λοιπόν, μέσα μου. Θέλω πάντα να είμαι δυνατός, να κάνω το καλύτερο για όλους», απάντησε ο Κώστας Ευρυπιώτης.

Μετά το «Εγώ δεν πάω Μέγαρο» η αγαπημένη λαϊκή τραγουδίστρια πρόλαβε να ολοκληρώσει δύο άλμπουμ, το να «Και ξανά ερωτευμένη» και το «Να κρατάμε επαφή».

Τον Αύγουστο του 1998 ένας πόνος στην πλάτη την στέλνει για εξετάσεις και εκεί διαπιστώνεται ο καρκίνος. Ξεκινά αμέσως χημειοθεραπείες, χάνει τα μαλλιά της κι όμως εκείνη δεν το βάζει κάτω. Φοράει περούκα και αναχωρεί για περιοδεία στην Αυστραλία.

Με τον γυρισμό της από την Αυστραλία μπαίνει στο νοσοκομείο. Η Ρίτα Σακελλαρίου πεθαίνει στις 6 Αυγούστου του 1999 σε ηλικία 64 ετών και ο θάνατός της ήταν ένα σοκ για το πανελλήνιο.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: